http://12thespis.wordpress.com/2008/10/04/omiliadim/
Δημοσιεύθηκε από 12thespis στο Οκτώβριος 4, 2008
Η ομιλία της
Δήμητρας Λιάτσα - Χράπη,
συγγραφέως*
κατά τον εορτασμό της Φθινοπωρινής Ισημερίας
στην Θεσσαλονίκη (27/9/08).
Η Ελληνική θρησκεία εμπνευστής της οικολογικής συμπεριφοράς
Της Δήμητρας Λιάτσα – Χράπη
Συγγραφέως
Αγαπητοί συνεορταστές,
Όταν πριν από μερικά χρόνια ρώτησα έναν φίλο γιατρό και καλά διαβασμένο στα Ελληνικά ζητήματα, ποιο από τα δύο γεννήθηκε πρώτα στην Ελλάδα, η θρησκεία ή η φιλοσοφία, μου απάντησε αβίαστα: η θρησκεία.
Όμως η Ελληνική θρησκεία διαφέρει από τις άλλες ριζικά και καθοριστικά. Το κύριο χαρακτηριστικό της είναι η λογική.
Ο Έλληνας γνωρίζει ότι η πατρίδα του δεν είναι πολύ εύφορη. Η καθαρότητα της ατμόσφαιρας είναι μοναδική και έχει υμνηθεί από τους αρχαίους ποιητές ως η καλλίτερη εγγύηση για μια ευτυχισμένη ζωή. Το αντιστάθμισμα όμως για το λαμπρό αυτό φώς είναι η ξηρασία.
Στην χώρα μας που κατά τον μισό χρόνο δεν βρέχει και πολλές φορές οι βροχές είναι περιορισμένες και τον Χειμώνα τα περισσότερα ποτάμια είναι μικρά και το νερό τους ελαττώνεται αισθητά κατά τους θερινούς μήνες.
Έτσι το νερό καθίσταται ο πρωταρχικός και αγωνιώδης όρος της ανθρώπινης ζωής και είναι φυσικό να προστατεύεται από τους αμαθείς μ’ ένα πλήθος από φανταστικές και μυστηριώδεις εικασίες και προλήψεις.
Ο Έλληνας υπήρξε ο πρώτος ανατόμος της ανθρώπινης ψυχής όχι με πομπώδεις, φλύαρες και οθνείες φλυαρίες αλλά πάνω στην βάση της πρακτικής ψυχολογίας. Το έχει αποδείξει σε πάμπολες περιπτώσεις μέσα από τον μοναδικό τρόπο που γνωρίζει για να εκφράζεται: Την ποίηση.
Αλλά ο ιστορικός Πολύβιος (Στ΄ 56, 11) το συνοψίζει: «Επειδή κάθε πλήθος είναι αφελές και γεμάτο από άνομες επιθυμίες, παράλογη οργή, και βίαιο θυμό, μένει το να συγκρατεί κάποιος τα πλήθη με φόβους άγνωστους και με τέτοια δραματοποίηση.»
Η γένεση της βροχής αποδίδεται σε θεία ενέργεια και ειδικά στον Δία. Εκείνος συναθροίζει τα ευεργετικά ύδατα που γονιμοποιούν το έδαφος , γι΄ αυτό και τον αποκαλούν κελαινεφή, νεφεληγερέτη, υέτιο, όμβριο.
Οι πρόγονοί μας έλεγαν: «Ζεύς ύει». Σήμερα λέμε «βρέχει ο Θεός».
Οι περισσότεροι Θεοί με τον ένα ή τον άλλο τρόπο σχετίζονται με την ευφορία της γης, ενώ η ανομβρία είναι θεία οργή.
Κάθε ποταμός είναι θεός. Θεωρείται ότι κατάγεται από τον Δία και αποκαλείται Διϊπετής.
Στην Οδύσσεια (ε 445 – 450) για παράδειγμα ο Οδυσσέας προσεύχεται στον ποταμό στο σημείο όπου ναυαγεί στο νησί των Φαιάκων:
«Άκουσέ με βασιλιά όποιος κι αν είσαι·
Ικέτης σου έρχομαι, ξεφεύγοντας από την θάλασσα
Την τιμωρία του Ποσειδώνα.
Κι οι Θεοί ακόμα δέχονται με σεβασμό τον άνθρωπο
Που βρίσκεται μπροστά τους
Ύστερα από περιπλανήσεις, γι’ αυτό κι εγώ
Τώρα έρχομαι και αγκαλιάζω το ρέμα σου
Και τα γόνατά σου, ύστερα από πολλά
βάσανα που πέρασα. Μα σπλαχνίσου με
βασιλιά, το ‘χω τιμή που έγινα ικέτης σου.»
Κάθε ρυάκι, κάθε πηγή στην Ελλάδα είναι και μία Θεότητα. Όλες οι κρήνες διατελούσαν υπό την φροντίδα επιμελητών που αποτελούσαν ιδιαίτερη αρχή και ονομάζονταν «κρηνών επιμεληταί ή κρινοφύλακες».
Οι Έλληνες ορκίζονταν μπροστά στις κρήνες όπως για παράδειγμα παρουσιάζει ο Σοφοκλής να κάνει ο Πολυνείκης στον «Οιδίποδα επί Κολωνώ»: (1333)
«Προς νυν σε κρηνών και Θεών ομογνίων».
Το ίδιο και οι Θεοί ορκίζονταν στα νερά της Στυγός.
Οι τοπικές παραδόσεις θεωρούν τον ποταμό, τον ευγεργετικό τροφοδότη κάθε περιοχής, πατέρα των κατά τόπους Νυμφών: Η Δαυλίς είναι θυγατέρα του Κηφισού, η Σπάρτη θυγατέρα του Ευρώτα, η Χαλκίς του Ασωπού.
Οι Νύμφες, οι θεότητες της υγρής φύσεως και της ευφορίας κατοικούν σε πηγές, σε όρη, αγρούς, λειμώνες, δάση, δένδρα. Ο θείος βίος τους ήταν ο «αιωνίως ρεόντων υδάτων, του υγρού χυμού, της θείας αμβροσίας που ζωογονεί τα φυτά, τα δένδρα, όλη εν γένει την βλάστηση.
Αναλόγως λαμβάνουν και τα ονόματά τους:
Ναϊάδες (νάω = ρέω)
Ορεστιάδες, Ορείες, Ορειάδες, Πετραίες, Αγρονόμοι (νέμομαι = Κατέχω)
Δρυάδες και Αμαδρυάδες επειδή η ζωή τους συνδεόταν με την δρύ της οποίας ήταν προστάτιδες. Ποταμηΐδες που έπερναν τα ονόματά τους από τον ποταμό όπου κατοικούσαν. Αχελωΐδες, Ισμηνίδες, Πηγαίες, Λιμνάδες, Λιμνακίδες, Ελειονόμοι, Μελιάδες και Μελίες νύμφες των δασών.
Τα δένδρα στα οποία ζούσαν οι νύμφες θεωρούντο ιερά και κανένας δεν μπορούσε ατιμωρητί να θέσει χείρα επάνω τους. Θεωρούντο ότι γεννιούνται και πεθαίνουν μαζί με τις ωραίες εκείνες παρθένους.
Οι παραδόσεις έλεγαν πως κάθε φορά που κόβονταν τα δένδρα ακουγόταν ο θρήνος των Νυμφών που ζούσαν σ’ αυτά και επέρχονταν διάφορα δυστυχήματα στους ιερόσυλους, ενώ αντίθετα ευεργετούντο όσοι τα προστάτευαν και τα διέσωζαν.
Οι Έλληνες είχαν πλήρη επίγνωση της αξίας των δασών εν γένει και ιδιαιτέρως των δασυλλίων και των χλοερών τόπων που βρίσκονταν κοντά ή μέσα στις πόλεις. Τα συντηρούσαν με κάθε τρόπο και αυτό αποδεικνύεται από την αφιέρωση σε Θεούς ή Ήρωες, τον καθορισμό τους ως ιερά και προπάντων ο νομικός προσδιορισμός κάθε βλάβης τους ως ιεροσυλία που τιμωρείτο με την ποινή του θανάτου άν στο δικαστήριο αποδεικνυόταν η ενοχή.
Η θάλασσα που έπαιξε τόσο αποφασιστικό ρόλο στην ιστορία του γένους μας είχε θεοποιηθεί και βρισκόταν υπό την προστασία δεκάδων θεοτήτων: Του Ποσειδώνος και της συζύγου του Αμφιτρίτης, της Αφροδίτης, των Καβείρων και χιλιάδων Νηρηΐδων.
Η γαία είναι η πρώτη και μέγιστη Θεά μητέρα των Θεών και των ανθρώπων. Γράφει ο Ξενοφών στον «Οικονομικό» του. (V 12)
«H γη όντας Θεότητα, διδάσκει την δικαιοσύνη σ’ όσους μπορούν να την μάθουν. Σ’ αυτούς που την υπηρετούν άριστα δίνει σ’ αντάλλαγμα τα καλλίτερα αγαθά.»
Στην αρχαιότητα επικρατούσε επίσης η συνήθεια να θυσιάζονται ζώα προς έκφρασιν ευγνωμοσύνης, προς εξιλέωσιν ή για την παρακίνησιν της Θεότητας να παράσχει κάτι.
Η επικρατούσα συνήθεια ήταν να καίγονται οι μηροί περιτυλιγμένοι με λίπος, το υπόλοιπον όμως του ζώου καταναλώνετο από τους θρησκευτές. Για τον λόγο αυτό τα ζώα ήταν από τα ήμερα κατοικίδια: πρόβατα, αρνιά, αίγες, ταύροι, βόδια, κριοί. Οι πρόγονοί μας έτρωγαν σπάνια κρέας και όχι βέβαια όσο εμείς που έχουμε καταστήσει την κρεοφαγία κύριο πιάτο μας με ολέθριες για την υγεία μας συνέπειες.
Σε εξαιρετικές περιπτώσεις γινόταν θυσία εκατό (100) βοών (Εκατόμβη) αλλά συχνά το όνομα αυτό ήταν δηλωτικό της μεγάλης θυσίας στην οποία ευωχείτο μία ολόκληρη πόλις ή ένας στρατός, όπως ακριβώς συμβαίνει σήμερα σε ορισμένες περιοχές της Ελλάδος που διατήρησαν το πανάρχαιο αυτό έθιμο κατά το οποίο το ζώο τεμαχίζεται και μοιράζεται στα σπίτια.
Στην θυσία που γίνεται για παράδειγμα στη γ΄ ραψωδία της Οδύσσειας προς τιμήν του Ποσειδώνος στην Πύλο θυσιάζονται 81 ταύροι και ευωχούνται 4.500 άτομα.
Ο Έλληνας δεν λατρεύει τους θεούς του αναπαυόμενος. Τους λατρεύει με αγώνες: Αθλητικούς, μουσικούς, ποιητικούς. Τους λατρεύει με την επιστήμη (όλα τα επιστημονικά κέντρα ξεκίνησαν από τους ναούς). Τους λατρεύει με την Φιλοσοφία (όλοι οι Φιλόσοφοι κάνουν επίκληση στους Θεούς).
Ο Έλληνας κατάφερε να ζει μία ζωή που κάθε λεπτομέρειά της διαπνέεται από την Θρησκεία και να μην την εκφυλίσει σε Θεοκρατία.
Άς μην μας εκπλήσσει το πλήθος των Θεών, των ημιθέων, των ηρώων ή των νυμφών. Με τον τρόπο αυτό συνήθιζε ο αρχαίος πρόγονός μας στην πολυπλοκότητα του κόσμου και της ζωής με αποτέλεσμα ο νούς να γίνεται πιο εφυής, πιο προσαρμοσμένος στον κόσμο. Έτσι προστατεύετο ο νούς του από την στερεοτυπία και την μονοτονία του ενός Θεού.
Η προστασία του φυσικού πλούτου δεν είναι πολυτέλεια. Είναι αναγκαιότητα. Αυτό πού ο σύγχρονος άνθρωπος ανακάλυψε μετά από εκατονταετίες αλόγιστης «κατακυρίευσης» της γης, οι αρχαίοι Έλληνες πρόγονοί μας το γνώριζαν και το εφάρμοζαν.
Ήδη από την εποχή που η Αλεξάνδρεια ήταν το κέντρο της επιστήμης γνώριζαν τον ατμό και τις πολλές εφαρμογές του. Ο περίφημος υπολογιστής – αστρολάβος των Αντκηθύρων μας αφήνει μόνο να υποψιαστούμε τι γνώριζαν οι Έλληνες.
Η βιομηχανική επανάσταση λοιπόν θα μπορούσε να πραγματοποιηθεί τότε. Επέλεξαν όμως να μην προχωρήσουν γιατί γνώριζαν τις ολέθριες συνέπειες της, αφού διαπνέοντο από την αρχή του μέτρου. Τελικά η βιομηχανική επανάσταση που έγινε δεν μας έκανε ούτε υγιέστερους, ούτε πιο ευτυχισμένους. Το αντίθετο μάλιστα, αποδεικνύοντας το ορθόν της Ελληνικής επιλογής.
Για τους Έλληνες το ωραίο και το ιερό δεν είναι για ξεκούραση. Είναι ουσιώδη για την βελτίωση του ανθρώπου, αφού ο άνθρωπος είναι δημιούργημα του περιβάλλοντος του.
Η καταστροφή του περιβάλλοντος, η άναρχη δόμιση, η έλλειψη καλαισθησίας, η έλλειψη καθαριότητας αυξάνουν την επιθετικότητα και στερεύουν τον σεβασμό.
Άς πάψουμε να κοιτάμε την ασχήμια με αδιαφορία, να συνηθίζουμε στο απαράδεκτο. Άς κάνουμε ότι περνάει από το χέρι μας.
Μπορεί αυτό που κάνουμε να φαίνεται ασήμαντο, σημασία όμως έχει να το κάνουμε.